Τουρκικές Εκλογές και Τουρκική Πολιτική: Τάσεις και Αντιστάσεις

Το πιο κάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στο τεύχος 25 (Μάιος 2014) του Foreign Affairs Hellenic Edition, σσ. 38-48. Του Νίκου Μούδουρου και του Ζήνωνα Τζιάρρα.

Ο ΝΙΚΟΣ ΜΟΥΔΟΥΡΟΣ είναι Διδάκτωρ Τουρκολογίας και Ειδικός Επιστήμονας στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Ο ΖΗΝΩΝΑΣ ΤΖΙΑΡΡΑΣ είναι ερευνητής στο Ινστιτούτο Strategy International και Υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτικής και Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Warwick, Ην. Βασιλείου.

Source: Reuters

Η νέα εκλογική επιτυχία του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στις δημοτικές εκλογές της 30ης Μαρτίου 2014, φαίνεται να επιβεβαιώνει κάποια πολύ σημαντικά στοιχεία της πορείας μετασχηματισμού της Τουρκίας κατά τις τελευταίες τρεις τουλάχιστον δεκαετίες. Σε ένα πρώτο επίπεδο, το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών υπογραμμίζει τη σχετική σταθε-ρότητα του νεοφιλελεύθερου εκ-συγχρονισμού, ο οποίος κορυφώ-θηκε μετά την κρίση και τη συνολική κατάρρευση του 2001. Σε ένα δεύτερο επίπεδο επαληθεύει την ιδεολογικο-πολιτική συνέχεια και την αντοχή του «νέου Ισλάμ», το οποίο κατάφερε να διατηρήσει ισχυρούς δεσμούς με την κοινωνία και την ίδια στιγμή να αναπαράξει μια αξιοσημείωτη πολιτική αφοσίωση των συντηρητικών μαζών στην υπόθεση οικοδόμησης ενός εναλλακτικού προς τον κεμαλισμό, μοντέλου εκσυγχρονισμού. 

Το ΑΚΡ έχει αναδειχθεί ως ο πιο ολοκληρωμένος φορέας έκφρασης της νομιμοποίηση των όρων της παγκόσμιας οικονομίας στο τουρκικό πλαίσιο. Είναι γεγονός ότι η Τουρκία τα τελευταία χρόνια δεν έχει γνωρίσει καμιά εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης πέραν του «μοντέλου ΑΚΡ». Η αναπαραγωγή αυτού του είδους της σταθερότητας του κυβερνώντος κόμματος, φέρει μαζί της μια βασική διάσταση των σύγχρονων αλλαγών στο κοινωνικο-οικονομικό πλαίσιο. Ήδη από τη δεκαετία του 1980, η Τουρκία βίωσε τις μεταβαλλόμενες συνθήκες της βιομηχανικής παραγωγής κυρίως λόγω της πορείας και του χαρακτήρα της παγκοσμιοποίησης. Παγκόσμια συμπτώματα όπως η πολλαπλή διαφοροποίηση της παραγωγής, η αύξηση των διεθνών οικονομικών δικτύων, η απορρύθμιση των αγορών από τα κράτη, καθώς και η προσπάθεια ενίσχυσης του εξαγωγικού εμπορίου, ήταν στοιχεία που επηρέασαν καθοριστικά την τουρκική πραγματικότητα. Αυτό ήταν τελικά το γενικότερο πλαίσιο μέσα από το οποίο τέθηκαν οι βάσεις για την επικράτηση της σημερινής έκδοσης του «τουρκικού μοντέλου» που εκφράζεται πολιτικά στο ΑΚΡ.

Στις βιομηχανικές περιοχές όπου ο νέος «ευέλικτος» τρόπος παραγωγής κατάφερε να θεμελιωθεί, η κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων ήταν πλέον πολύ λιγότερο εξαρτημένη από την πολιτική και συνδικαλιστική τους εκπροσώπηση και περισσότερο εξαρτημένη από κοινωνικά δίκτυα με έντονη την παραδοσιακή ταυτότητα, τους οικογενειακούς δεσμούς και τις θρησκευτικές συλλογικότητες.[i] Η τουρκική μετάφραση αυτού του «ανατολίτικου» εκσυγχρονισμού αντικατοπτρίστηκε κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της συντηρητικής Ανατολίας, οι οποίες πολύ σύντομα κατάφεραν να προσαρμοστούν στις ανάγκες του εξαγωγικού εμπορίου και να ενδυναμωθούν. Οι εργαζόμενοι αυτών των επιχειρήσεων προέρχονταν κυρίως από το προαναφερθέν παραδοσιακό πολιτισμικό περιβάλλον, ενώ τα νεαρά σε ηλικία και δυναμικά διευθυντικά στελέχη συνδύαζαν δημιουργικά τις τοπικές συντηρητικές τους αξίες με το πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.[ii] Με αυτό τον τρόπο, η νεωτερικότητα της περιόδου στην Τουρκία χαρακτηρίστηκε από ένα πεδίο μέσα στο οποίο το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον τύγχανε της άμεσης διαπραγμάτευσης, διερμηνείας και προσαρμογής με τα τοπικά χαρακτηριστικά της θρησκευτικότητας.

Η σταδιακή ωρίμανση και η ενίσχυση της χωριστής οργανωτικής διάστασης των συντηρητικών επιχειρηματικών κύκλων της Ανατολίας που αντικατοπτρίστηκε μέσα από συνδέσμους όπως ο MÜSİAD αρχικά και ο TUSKON αργότερα, στις απαρχές του 21ου αιώνα μετατράπηκαν σε κυρίαρχες πολιτικές δυναμικές και επέβαλαν τη θρησκευτική παράδοση και το δικό τους συντηρητικό περιβάλλον ως απαραίτητο στοιχείο οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Τα οράματα και οι διεκδικήσεις που εξέφραζε αυτό το κομμάτι της κοινωνίας μετασχηματίστηκαν σε ένα βασικό μέρος της πολιτικής πλατφόρμας του ΑΚΡ, καθορίζοντας σε πολύ μεγάλο βαθμό όχι μόνο τους οικονομικούς αλλά και τους ιδεολογικούς προσανατολισμούς της Τουρκίας. Το 2009, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατείχαν το 58.8% του συνολικού εξαγωγικού εμπορίου της Τουρκίας.[iii] Σύμφωνα με στοιχεία του 2012, οι 500 ισχυρότερες βιομηχανίες της Ανατολίας εκπροσωπούσαν το 11.7% των εξαγωγών και το 9.4% του ΑΕΠ της χώρας.[iv]

Πάνω σε αυτή την υλική βάση λοιπόν, το ΑΚΡ κατάφερε να σχηματοποιήσει την κεντρική προσωπικότητα του «τουρκικού μοντέλου»: Το νέο τύπο του Homo İslamicus, ο οποίος την ίδια στιγμή καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την εθνική ταυτότητα, τα οράματα και τους στόχους της Τουρκίας. Με λίγα λόγια, μετά από μια δύσκολη πορεία, το κυβερνόν κόμμα φαίνεται ότι επιβάλει ένα είδος «παθητικής επανάστασης», στα πλαίσια της οποίας τα δικά του οράματα κατέχουν πλέον ηγεμονική θέση και γίνονται αντιληπτά ως «εθνικά». Μέσα από το γάμο της ισλαμικής θρησκείας με το νεοφιλελευθερισμό, το ΑΚΡ κατάφερε να συσπειρώσει όχι μόνο τον κεντρικό πυρήνα του Ισλάμ, αλλά και γενικότερα τον πλειοψηφικό συντηρητικό χώρο της Τουρκίας. Κατάφερε έστω και με αντιρρήσεις να σταθεροποιήσει την ενσωμάτωση της νέας οικονομικής και πολιτικής ελίτ στο παγκόσμιο πλαίσιο. Την ίδια στιγμή πέτυχε να μεταφέρει στο πολιτικό κέντρο της Τουρκίας τη συντηρητική περιφέρεια και να την μετατρέψει στον μέχρι στιγμής μοναδικό κυρίαρχο της τουρκικής δεξιάς.

Έτσι το ΑΚΡ δεν γίνεται σήμερα αντιληπτό μόνο ως ένα κόμμα της ισλαμικής ελίτ, αλλά ως μια πολιτική πλατφόρμα απόδοσης «δικαιοσύνης» στις περιθωριοποιημένες από τον κεμαλικό εκσυγχρονισμό συντηρητικές μάζες. Αυτός ο τρόπος νοηματοδότησης ενός κεντρικού ζητήματος όπως είναι η εξουσία, φαίνεται να αποτελεί στοιχείο ιστορικής συνέχειας του ισλαμικού Κινήματος Εθνικής Άποψης (Milli Görüş Hareketi) και των πολιτικών κομμάτων που προέκυψαν από αυτό. Σύμφωνα με μια κεντρική αντίληψη του Κινήματος, η Τουρκία βρισκόταν για χρόνια υπό την κυριαρχία δυτικότροπων και ως εκ τούτου ξένων προς το μουσουλμανικό μιλλέτ (millet), κοσμικών ελίτ. Το κράτος ήταν υπό την κατοχή «ξένων», μια κατάσταση που αναπαρήγαγε την εχθρότητα μεταξύ του κράτους και του μουσουλμανικού έθνους-μιλλέτ. Σε αυτό το πλαίσιο, στόχος της ισλαμικής παράδοσης ήταν η «επανασύνδεση του κράτους με το δικό του έθνος», η επικράτηση μιας ιστορικής συμφιλίωσης και εναγκαλισμού της εξουσίας με το μουσουλμανικό μιλλέτ. Με λίγα λόγια, το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια των αυθεντικών εκπροσώπων του μιλλέτ.

Το ΑΚΡ σήμερα φαίνεται να αναπαράγει με ιδιαίτερη επιτυχία την αντίληψη της σύγκρουσης μεταξύ κράτους και έθνους, εκσυγχρονίζοντας την παράλληλα με όρους του νέου κοινωνικο-οικονομικού πλαισίου. Ο Νουμάν Κουρτουλμούς (Numan Kurtulmuş), ένας εκ των αντιπροέδρων του κυβερνώντος κόμματος, υπογράμμισε ότι: «Δεν πρόκειται να υπάρξει επιστροφή στα παλιά. Η Τουρκία μετά από δύο αιώνες αγώνων ξανασυναντήθηκε με τις ρίζες της. Αυτό το έθνος έφερε στην εξουσία τα δικά του παιδιά. Ήρθε στη δική του εξουσία και δε θα κατεβεί από αυτή».[v]

Από τα αρχικά στάδια της εμφάνισης του ΑΚΡ και μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες της εποχής, η επίκληση της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της ανάπτυξης στο πολιτικό του πρόγραμμα είχε ως βασικό άξονα την προσπάθεια ενσωμάτωσης των θρησκευόμενων μαζών στο πολιτικό και οικονομικό κέντρο. Στα πλαίσια αυτής της αποστολής, φαινόταν ότι η δημοκρατία και η δικαιοσύνη στη χώρα διασφαλίζονταν μόνο με την αποκατάσταση των περιθωριοποιημένων από τον κεμαλικό αυταρχισμό Μουσουλμάνων πιστών στην εξουσία. «Η τουρκική άνοιξη έγινε στις 3 Νοεμβρίου του 2002» αναφωνούσε ο Έρντογαν ενώπιον του πλήθους που συγκεντρώθηκε για να τον στηρίξει στο αεροδρόμιο της Άγκυρας τις μέρες της αντίστασης του Γκεζί. «Όσοι δε σέβονται την εξουσία αυτού του έθνους, θα πληρώσουν τις συνέπειες»,[vi] συνέχισε θέτοντας έτσι «τέλος» στο ζήτημα της δημοκρατίας: Υπάρχει δημοκρατία γιατί το έθνος-μιλλέτ βρίσκεται στην εξουσία.

Αυτή η ανθεκτικότητα στην αναπαραγωγή της ηγεμονίας του κυβερνώντος κόμματος, οδήγησε σε μια νέα εκλογική επιτυχία, έστω και αν καταγράφονται πλέον πιο ξεκάθαρα τα στοιχεία φθοράς της εξουσίας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών, φαίνεται ότι στην Τουρκία παγιώνεται μια συγκεκριμένη πραγματικότα[vii] που εκπροσωπείται πλέον από την ιστορική συντηρητική «φλέβα», η οποία με τη σειρά της αναπαράγει τους πολιτικούς και ιδεολογικούς πρωταγωνιστές των επόμενων χρόνων. Μια πιο προσεκτική ματιά στους αριθμούς των δημοτικών εκλογών, επιβεβαιώνει το στάδιο της ηγεμονικής θέσης του κυβερνώντος κόμματος.

Συγκεκριμένα, το ΑΚΡ κέρδισε σχεδόν 20 εκατομμύρια ψήφους, γεγονός που μεταφράζεται σε νίκη σε 18 μητροπολιτικούς δήμους, 48 νομούς και 586 δημαρχεία. Στους 30 μητροπολιτικούς δήμους της χώρας στους οποίους ζει σχεδόν το 75% των Τούρκων ψηφοφόρων, το ΑΚΡ καταγράφει μέσο όρο 45.9% στήριξη. Στους 29 από τους 81 νομούς της Τουρκίας, το ΑΚΡ κερδίζει πάνω από 50%. Σε άλλους 50 νομούς, τα ποσοστά του κυβερνώντος κόμματος βρίσκονται πάνω από το 40%. Μόνο σε δύο νομούς της Τουρκίας (Tunceli, Iğdır), το ΑΚΡ καταγράφει ποσοστά κάτω από 20%. Το αποτέλεσμα των εκλογών και η κατανομή των δημοτικών αρχών δείχνει ότι κατά την επόμενη πενταετία, περίπου το 71% των Τούρκων ψηφοφόρων θα ζει υπό την τοπική εξουσία του ΑΚΡ.[viii] Εάν ληφθεί υπόψη ότι η τοπική αυτοδιοίκηση αποτέλεσε για πάρα πολλά χρόνια το «πολιτικό γήπεδο» άνδρωσης του ισλαμικού κινήματος της Τουρκίας, τότε η αποτελεσματική διακυβέρνηση του ΑΚΡ μπορεί να επηρεάζει καθολικά τους γενικότερους προσανατολισμούς αυτής της πλειοψηφίας.

Υπό αυτή την έννοια, οι προεδρικές εκλογές του Αυγούστου 2014, αποκτούν στρατηγική σημασία για το μέλλον της Τουρκίας. Για πρώτη φορά ο Πρόεδρος της χώρας θα εκλεγεί απευθείας από το λαό σύμφωνα με τη συνταγματική μεταρρύθμιση του 2007. Η λαϊκή νομιμοποίηση που θα προσφέρει η διαδικασία, σπρώχνει «ντε φάκτο» την Τουρκία σε ένα ιδιότυπο ημιπροεδρικό σύστημα. Η ιδιοτυπία, η ιδιαιτερότητα σχετίζεται κυρίως με την απουσία συγκεκριμένης συνταγματικής αλλαγής και επίσημης υιοθέτησης του προεδρικού συστήματος. Όμως ο συνδυασμός των ενισχυμένων αρμοδιοτήτων του Προέδρου έτσι όπως επιβλήθηκαν από το Σύνταγμα του 1982 με μια απευθείας λαϊκή εντολή, μετατρέπει τον επόμενο Πρόεδρο σε καθοριστικό παράγοντα της οικοδόμησης της νέας Τουρκίας που αναδύεται.

Τα πιο πάνω ισχύουν στο πολλαπλάσιο στην περίπτωση νικηφόρας προεδρικής υποψηφιότητας Έρντογαν. Ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας μόλις πρόσφατα υπέδειξε με νόημα ότι «δε θα πρόκειται για ένα Πρόεδρο πρωτοκόλλου, αλλά για ένα Πρόεδρο που θα τρέχει και θα ιδρώνει». Με αυτό τον τρόπο έθεσε επί τάπητος τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της προεδρίας της νέας εποχής της Τουρκίας. Η δήλωση αυτή, όπως και άλλες πρόσφατες εξελίξεις στη χώρα, είναι χαρακτηριστικές των ζυμώσεων που κορυφώνονται για τις προεδρικές του Αυγούστου ως ένα ακόμα στάδιο που θα καθορίσει το μέλλον της Τουρκίας, ίσως για την επόμενη δεκαετία. Οι προεδρικές εκλογές σε συνδυασμό με τη μάχη που θα δοθεί σε σχέση με τις γενικές εκλογές του 2015 (εάν αυτές πραγματοποιηθούν κανονικά) είναι εξελίξεις που σηματοδοτούν δύο μακροπρόθεσμες δυναμικές: Η πρώτη είναι η επαναφορά της αντιπαράθεσης γύρω από τη θέση αρχής του πολιτικού Ισλάμ που είναι η αλλαγή του πολιτειακού συστήματος της Τουρκίας. Συνεπώς η δομή και οι πρωταγωνιστές στην εξουσία μετά από αυτές τις δύο κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, συναποτελούν στοιχεία οικοδόμησης ή όχι ενός νέου καθεστώτος στη χώρα. Η δεύτερη δυναμική, είναι η ενίσχυση των προσανατολισμών της εξωτερικής πολιτικής στο ιδεολογικό υπόβαθρο ενός «μεταδυτικού κόσμου» του ΑΚΡ.

Πράγματι, το «τουρκικό μοντέλο» στα πρότυπα του ιδεολογικού πλαισίου ηγεμονίας του ΑΚΡ δεν είναι μόνο εσωτερική αλλά και εξωτερική υπόθεση. Ως απότοκο και φορέας των δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης με τις ιδεολογικο-πολιτικές του ιδιαιτερότητες έχει διττό ρόλο σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική. Από τη μια, το εξυμνούμενό εγχείρημα σύνθεσης του τουρκικού (πολιτικού) Ισλάμ με δυτικές δημοκρατικές αξίες και νέο-φιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές, επιχειρεί να καταστεί μέσο εγκαθίδρυσης της τουρκικής ηγεμονίας στο εξωτερικό δια της εξαγωγής του προς την περιφέρεια της Μέσης Ανατολής και όχι μόνο. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν στις συστηματικές προσπάθειες διείσδυσης της Τουρκίας στους μηχανισμούς κρατών τις περιφέρειας αλλά και στις κοινωνικές συνειδήσεις. Αυτό γίνεται κατά κόρον στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου μέσω τοποθέτησης ατόμων σε νευραλγικές θέσεις, επενδύσεων «Ισλαμικού κεφαλαίου» και σχετιζόμενης οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και μέσω προγραμμάτων κοινωνικής μηχανικής για την προώθηση ενός ισλαμικού μετασχηματισμού σε όλα τα επίπεδα.[ix]

Παρόμοιο παράδειγμα, μολονότι λιγότερο επιτυχημένο,  είναι αυτό της Αιγύπτου αμέσως μετά την εκλογή του Προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Τότε, η Τουρκία είχε δανείσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολλάρια, τόσο στην Αίγυπτο όσο και στην Τυνησία και τη Λιβύη, για την επανεκκίνηση των οικονομιών τους μετά τις αραβικές εξεγέρσεις. Στην περίπτωση της Αιγύπτου οι προσπάθειες της Τουρκίας για διείσδυση στους αιγυπτιακούς κρατικούς μηχανισμούς έγινε και μέσω του ρόλου που απέκτησε ως σύμβουλος σε ζητήματα όπως η μεταρρύθμιση πολιτικών κομμάτων και του τομέα ασφαλείας, η οικονομική πολιτική και περιφερειακή ενσωμάτωση, χρηματοοικονομικές μεταρρυθμίσεις, στεγαστικές πολιτικές και η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα.[x]

Κατά δεύτερον, το «τουρκικό μοντέλο» αντιμετωπίσθηκε πόλυ θετικά από τη Δύση και συγκεκριμένα από τις ΗΠΑ οι οποίες το είδαν πλέον σαν μέσο προώθησης των στόχων τους στη Μέση Ανατολή, δεδομένου ότι η Τουρκία ήταν παραδοσιακός δυτικός σύμμαχος. Ήδη από το 2002, ο τότε Αναπληρωτής Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, PaulWolfowitz, έλεγε: «Στις ΗΠΑ, αντιλαμβανόμαστε πως η Τουρκία παραμένει μπροστάρης στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας. Και αντιλαμβανόμαστε επίσης πως η Τουρκία είναι ένα μοντέλο για εκείνους στον Μουσουλμανικό κόσμο οι οποίοι έχουν φιλοδοξίες για δημοκρατική πρόοδο και ευημερία».[xi] Ιδιαίτερα από το 2009 και έπειτα, αφότου οι αμερικανο-τουρκικές σχέσεις γνώρισαν μερική εξομάλυνση μετά το σοκ του 2003, ο Αμερικανός Πρόεδρος, Μπαράκ Ομπάμα, υπογράμμιζε τον περιφερειακό ρόλο της Τουρκίας και της προώθησης του τουρκικού μοντέλου, προφανώς ως πυλώνα των αμερικανικών συμφερόντων στην περιφέρεια.[xii]

Εάν λάβουμε υπόψη ότι η σχετική επιτυχία του τουρκικού μοντέλου στο εξωτερικό, και συνεπώς η τουρκική «ήπια ισχύς», είχε τις βάσεις της στην εσωτερική – κυρίως οικονομική – επιτυχία του ΑΚΡ, τότε γίνεται κατανοητό πως εν μέσω εσωτερικών ανακατατάξεων και μεγάλων δημοκρατικών ελλειμμάτων, το τουρκικό μοντέλο περνά γενικότερα μια κρίση νομιμοποίησης. Ωστόσο, η σταδιακή συγκέντρωση της εξουσίας στο ΑΚΡ και πιο συγκεκριμένα στον Ερντογάν – με άλλα λόγια, η διαδικασία ολοκλήρωσης του πλαισίου ηγεμονίας αυτών των δύο – οδηγεί όντως στην επιδίωξη μιας πιο ιδεολογικά προσδιορισμένης εξωτερικής πολιτικής. Μιας εξωτερικής πολιτικής που θεωρείται – από τις ελίτ του ΑΚΡ και τον Πρωθυπουργό – ως το εργαλείο επίτευξης της τουρκικής ηγεμονίας και σαν εναλλακτική της δυτικής ηγεμονίας, τουλάχιστον στην περιφέρεια.

Οι δημοτικές εκλογές της  30ης Μαρτίου 2014, έχουν χαρακτηρισθεί είτε ως «θρίαμβος» είτε ως «πύρρειος νίκη». Σε κάθε περίπτωση, η ουσία είναι πως το ΑΚΡ κατάφερε μέσα σε αντίξοες συνθήκες να υπερνικήσει τους, κατά τα άλλα αδύναμους, αντιπάλους του. Για λόγους που εξηγήσαμε και πιο πάνω, αυτό σημαίνει ότι, ασχέτως με την έκβαση του ζητήματος για το ποιος θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος ή Πρωθυπουργός της χώρας, το ΑΚΡ παραμένει δυνατό, η πιο δυνατή πολιτική αλλά και κοινωνική δύναμη στην Τουρκία. Συνεπώς, τα ιδεολογικά «θέλω» της Τουρκίας του ΑΚΡ θα παραμείνουν τα ίδια, τουλάχιστον για το προσεχές μέλλον, ενώ η εσωτερική και εξωτερική πολιτική θα παραμείνουν εργαλεία ευόδωσης του συναφούς ηγεμονικού οράματος. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει μεγάλη διάσταση μεταξύ των «θέλω» και των «μπορώ» της Άγκυρας και αυτό είδη φάνηκε σε πολλές περιπτώσεις στο πρόσφατο παρελθόν, με τρανό παράδειγμα τον συριακό εμφύλιο όπου η Τουρκία ποθούσε ανατροπή του καθεστώτος και μεγαλύτερη εμπλοκή τόσο της ίδιας όσο και διεθνών δυνάμεων, χωρίς όμως να το καταφέρει.[xiii]

Μετεκλογικά η πραγματοποίηση τέτοιων «θέλω» γίνεται ακόμα πιο δύσκολη διότι οι αντιστάσεις στο όραμα του Ερντογάν και του ΑΚΡ δεν σχετίζονται μόνο με εξωτερικές πραγματικότητες και εμπόδια, αλλά και με εσωτερικές δυναμικές.[xiv] Παραδείγματα εξωτερικών αντιστάσεων είναι και πάλι αυτό της Αιγύπτου όπου μέρος των πολιτικών ελίτ της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ενώ βρισκόταν ακόμα στην εξουσία, αρνήθηκε την υιοθέτηση του τουρκικού μοντέλου, υποστηρίζοντας ότι η Αίγυπτος έχει το δικό της μοντέλo.[xv]Παρομοίως μπορούμε να αξιολογήσουμε προσπάθειες μέρους της τουρκοκυπριακής κοινότητας να αντισταθεί με διάφορους τρόπους στην εφαρμογή της τουρκικής ιδεολογικά οδηγούμενης κοινωνικής μηχανικής. Τέλος, αντίσταση αποτελεί και η δράση του Ιράν στην περιοχή, το οποίο παρά τις σχετικά καλές σχέσεις με την Τουρκία την ανταγωνίζεται δια αντιπροσώπων, σε ό,τι αφορά τον ηγεμονικό τους ρόλο, και κυρίως στη βάση διαχωρισμού ενδο-θρησκευτικών ταυτοτήτων – Σουνιτικό (Τουρκία) εναντίον Σιιτικού Ισλάμ (Ιραν).[xvi]

Το εσωτερικό μέτωπο και οι δυναμικές που πλέον παράγει είναι το νέο στοιχείο που ήρθε προστεθεί και να προκαλέσει ακόμα περισσότερο τους ιδεολογικο-πολιτικούς σχεδιασμούς της Άγκυρας, βάζοντας ουσιαστικά σε τροχιά ανατροπής το τουρκικό μοντέλο. Η τάση αυταρχικοποίησης και αντιστροφής του εκδημοκρατισμού της χώρας που ακολουθεί τη συγκέντρωση της πολιτικής – και όχι μόνο – δύναμης στο ΑΚΡ και τον Ερντογάν, οδήγησε τελικά σε κοινωνικές αντιστάσεις. Πρωταρχικό ρόλο σε αυτή τη νέα πραγματικότητα έπαιξε το κίνημα του πάρκου Γκεζί το καλοκαίρι του 2013 με δυναμικές διαδηλώσεις στα περισσότερα αστικά κέντρα της Τουρκίας.[xvii] Αν και το κύμα εκείνο των διαδηλώσεων αποδυναμώθηκε σταδιακά, δεν ξεθύμανε εντελώς ενώ οι κατά περιόδους εξελίξεις της πολιτικής σκηνής προκαλούν αναζοπυρώσεις. Έτσι η Τουρκία έχει εισέλθει σε μια περίοδο μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης η οποία διατηρείται και εντείνεται από την πλειοψηφική προσέγγιση της δημοκρατίας του κυβερνώντος κόμματος. Συνεπώς προβλέπεται πως παρά τη παραμονή του ΑΚΡ στην εξουσία, με τις δημοτικές αλλά και με τις επερχόμενες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, η διακυβέρνησή του και η εφαρμογή των πολιτικών του μέλλει να γίνει πιο δύσκολη.

Εν κατακλείδι φαίνεται ότι η Τουρκία βρίσκεται σε ένα ιστορικό σημείο μετάβασης. Η επιτυχία του μοντέλου διακυβέρνησης ΑΚΡ, με όλες του τις ιδιαιτερότητες, έχει πλέον, τουλάχιστον προσωρινά, διακοπεί τόσο λόγω εξωγενών παραγόντων όσο και λόγω φυγόκεντρων δυναμικών που το ίδιο προκάλεσε στο εσωτερικό. Άλλωστε είναι μόνο φυσιολογικό να υπάρχει αντίσταση στις προσπάθειες θεμελίωσης και εφαρμογής ενός ηγεμονικού πλαισίου. Τελικά η διάδραση μεταξύ των ηγεμονικών πολιτικών του ΑΚΡ, όπως θα εκφραστούν και μετά τις επερχόμενες εκλογές, και των αντιστάσεων και προκλήσεων που θα γνωρίσουν, πρόκειται να καθορίσουν τόσο την εσωτερική και εξωτερική συμπεριφορά της Τουρκίας, όσο και την έκβαση της μεταβατικής αυτής περιόδου.

Το παρόν κείμενο είναι προϊόν της συζήτησης που διοργάνωσε το ινστιτούτο Strategy International (Παράρτημα Κύπρου) στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, την 11η Απριλίου 2014, με τίτλο «Η Τουρκία μετά τις Δημοτικές Εκλογές:Εσωτερική και Εξωτερική Πολιτική».

[i]Ayşe Buğra, Islam in Economic Organizations, TESEV, Istanbul 1999, σσ. 11-15.

[ii] Νίκος Μούδουρος, Ο Μετασχηματισμός της Τουρκίας. Από την κεμαλική κυριαρχία στον «ισλαμικό» νεοφιλελευθερισμό, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2012, σσ. 187-191.

[iii]Türkiye İstatistik Kurumu, Haber Bülteni, No. 7, 11.1.2011.

[iv] Melis Kobal, “Eskiden zenginlik ayıptı”, Al Jazeera Türk Dergi, http://dergi.aljazeera.com.tr/2014/01/19/eskiden-zenginlik-ayipti/

[v] Απόσπασμα από ομιλία του Κουρτουλμούς σε συγκέντρωση του ΑΚΡ στα Άδανα στις 27 Απριλίου 2013. “Kurtulmuş başkanlıksistemiiçinnededi?”, http://www.haber61.net/kurtulmus-baskanlik-sistemi-icin-ne-dedi-145231h.htm, 27..2013.

[vi]“Erdoğan: Türk Baharı 2002’de oldu”, http://www.aktifhaber.com/erdogan-turk-bahari-2002de-oldu-802085h.htm, 25.6.2013.

[vii]Bekir Ağıdır, “30 Mart sonuçları Cumhurbaşkanlığı seçimi için nasıl okunmalı?”, T24, https://t24.com.tr/yazi/30-mart-sonuclari-cumhurbaskanligi-secimi-icin-nasil-okunmali/8941, 4.4.2014.

[viii]Mehmet Güçer, “30 Mart 2014 Yerel Seçim Analizi”, USAK, http://usak.org.tr/kose_yazilari_det.php?id=2280&cat=376#.U0kBtWwU85s, 4.4.2014.

[ix] Νίκος Μούδουρος, “Κεμαλισμός, Ισλαμ, Τουρκοκύπριοι: Δύσκολη σχέση”, CyprusNews.eu, 15 Οκτωβρίου 2013, http://cyprusnews.eu/nikos-moudouros/1522392-2013-10-14-20-39-30.html. Νίκος Μούδουρος, “Διαστάσεις της Τουρκικής Πολιτικής στην Κύπρο:Η Εξαγωγή του ‘Μοντέλου ΑΚΡ’ στην Τουρκοκυπριακή Κοινότητα” στο Ευθυμιόπουλος Μ. και Τζιάρρας Ζ. (επιμ.), Κυπριακή Δημοκρατία:Διαστάσεις Εξωτερικής Πολιτικής, UniversityStudioPress, Θεσσαλονίκη, 2013, σσ. 97-112.

[x] Sinan Ülgen, “From Inspiration to Aspiration: Turkey in the New Middle East”, Carnegie  Endowment for International Peace, Δεκέμβριος 2011, http://carnegieendowment.org/files/turkey_mid_east.pdf, σσ. 16-27.

[xi] Paul Wolfowitz, “Turgut Ozal Memorial Lecture: Remarks by Deputy Secretary of Defense Paul Wolfowitz”, The Washington Institute for Near East Policy, 12 Μαρτίου 2002, http://www.defense.gov/speeches/speech.aspx?speechid=198.

[xii] Zenonas Tziarras, “Turkey-Egypt: Turkish Model, Political Culture and Regional Power Struggle”, Strategy International, SI Research Paper no 4/2013, Οκτώβριος 2013, https://www.academia.edu/4926354/Turkey-Egypt_Turkish_Model_Political_Culture_and_Regional_Power_Struggle.

[xiii] Seymour M. Hersh, “The Red Line and the Rat Line”, London Review of Books, Τόμος 36, Τεύχος 8, 17 Απριλίου 2014, σσ. 21-24, http://www.lrb.co.uk/v36/n08/seymour-m-hersh/the-red-line-and-the-rat-line. Zenonas Tziarras, “Turkey’s Syria Problem: A Talking Timeline of Events”, Turkish Policy Quarterly, Τόμος 11, Τεύχος 3, Φθινόπωρο 2012, σσ. 129-138.

[xiv] Για τα προβλήματα της τουρκικής περιφερειακής πολιτικής βλ. Ζήνωνας Τζιάρρας, “Ο Μετασχηματισμός της Τουρκικής Περιφερειακής Πολιτικής Ασφάλειας” στο Μούδουρος Ν. και Μιχαήλ Μ. (επιμ.), Η Νέα Τουρκική Ηγεμονία: Διαστάσεις του Πολιτικού Ισλάμ, Παπαζήση, Αθήνα, 2014.

[xv] Zenonas Tziarras, “Turkey-Egypt: Turkish Model, Political Culture and Regional Power Struggle”, σσ. 11-12. Σημειώνουμε επίσης ότι η απήχηση του τουρκικού μοντέλου στους αραβικούς λαούς έχει γνωρίσει σημαντική ύφεση από το 2009 μέχρι σήμερα. Βλ. γιαπαράδειγμα, Mensur Akgün, και Sabiha Senyücel Gündoğar, The Perception of Turkey in the Middle East 2013, Tesev Publications, Istanbul, 2014.

[xvi] Συνεντεύξεις του Ζήνωνα Τζιάρρα με τρείς (3) Τούρκους ειδικούς πολιτικούς αναλυτές και δύο (2) πρώην διπλωμάτες. Βλ. επίσης, Ιωάννης Θ. Μάζης και Μιχάλης Σαρλής, “Νέα Πλήγματα στην Ασφάλεια της Μέσης Ανατολής: Οι γεωστρατηγικοί ενδοϊσλαμικοί ανταγωνισμοί στο σύστημα Συρίας-Λιβάνου”, ForeignAffairsHellenicEdition, Τεύχος 23, Μάρτιος 2014, σσ. 118-135.

[xvii] Νίκος Μούδουρος, “Η Τουρκία πριν και μετά το πάρκο Γκεζί: τα όρια της ηγεμονίας Ερντογάν”, Σύγχρονα Θέματα, Τεύχος 121, σσ. 18-24.

Advertisement

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s