“Καζάνι που βράζει ” είναι και πάλι η Συρία, η οποία εδώ και αρκετά χρόνια αποτελεί πεδίο μαχών και πολιτικών συμφερόντων. Τα προβλήματα και τα ανοιχτά ζητήματα αυξάνονται, με τις λεγόμενες μεγάλες δυνάμεις του σήμερα να εισέρχονται σε ένα νέο γύρο συγκρούσεων (κυρίως πολιτικών και διπλωματικών) αλλά και στρατιωτικών επεμβάσεων.
Ποιες εξελίξεις, λοιπόν, λαμβάνουν χώρα σήμερα στη Συρία τόσο σε πολιτικό όσο και σε διπλωματικό επίπεδο; Που θα οδηγήσει το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών; Τι συμβαίνει μεταξύ Ρωσίας και Ισραήλ και ποιες επιπτώσεις μπορεί να επιφέρει;
Και μέσα σε όλα αυτά η θέση της Κύπρου…
Αυτά και άλλα πολλά συζητήσαμε με το Διεθνολόγο Ζήνωνα Τζιάρρα , σε μια προσπάθεια να σκιαγραφήσουμε όλα τα τεκταινόμενα στη Συρία…
Ποιες πολιτικές και στρατιωτικές «ζυμώσεις» λαμβάνουν χώρα αυτή τη στιγμή στη Συρία.
Αυτή τη στιγμή στη Συρία γίνεται ένα «τελευταίο» ξεκαθάρισμα λογαρισμών μεταξύ των πολλών εμπλεκόμενων – κρατικών και μη-κρατικών – δρώντων που θα διαμορφώσει εν τέλει την μετα-πολεμική Συρία σε γεωπολιτικό και συνταγματικό επίπεδο, ενώ θα κρίνει παράλληλα και τον ρόλο που θα αποκτήσουν, διατηρήσουν ή χάσουν οι εμπλεκόμενοι παίκτες.
Μετά από 7 και πλέον χρόνια, το συριακό καθεστώς βγαίνει κερδισμένο από την άποψη ότι κατάφερε, κατ’ αρχήν, να επιβιώσει και επιπλέον να ανακαταλάβει – με τη βοήθεια της Ρωσίας, του Ιράν και της Χεζμπολάχ – πολλά από τα εδάφη που έχασε στις αντικαθεστωτικές ομάδες.
Αυτή τη στιγμή εκτιμάται ότι ελέγχει πέραν του 70% της συριακής επικράτειας – τα εδάφη που είναι με κόκκινο χρώμα στον χάρτη. Ένα μεγάλο κομμάτι της ανατολικής Συρίας (ανατολικά του Ευφράτη ποταμού), όπως και ένα μικρό κομμάτι στη βόρεια Συρία, παραμένει υπό τον έλεγχο των κουρδικών δυναμέων που υποστηρίζονται από τους Αμερικανούς (το κίτρινο χρώμα στον χάρτη).
Με έντονο πράσινο στα νότια και βορειοδυτικά του χάρτη φαίνονται τα τελευταία προπύργια των αντικαθεστωτικών δυνάμεων με σημαντικότερη την επαρχία Ίντλιμπ στη βορειοδυτική Συρία.
Πάνω από την επαρχία Ίντλιμπ, στα σύνορα με την Τουρκία δυτικά του Ευφράτη ποταμού, φαίνεται με πιο αχνό πράσινο χρώμα η ζώνη που δημιούργησε η Τουρκία από την Jarablus στα ανατολικά μέχρι και το Αφρίν στα δυτικά με τις επιχειρήσεις «Ασπίδα του Ευφράτη» και «Κλάδος Ελαίας» αντίστοιχα.
Επιπρόσθετα, η Τουρκία διατηρεί περί τις δύο χιλιάδες στρατιωτικού προσωπικού στην επαρχία Ίντλιμπ στο πλαίσιο της συμφωνίας με την Ρωσία και το Ιράν για δημιουργία ζωνών αποκλιμάκωσης.
Στο χάρτη φαίνονται επίσης με γκρίζο χρώμα οι τελευταίοι πυρήνες του Ισλαμικού Κράτους.
Η εστία που βρίσκεται στην επαρχία Deir ez-Zor της νοτίοανατολικής Συρίας, στα σύνορα με το Ιράκ και στις όχθες του Ευφράτη ποταμού βάλλεται αυτή τη στιγμή τόσο από τις κουρδικές δυνάμεις όσο και από τον συριακό στρατό – η κατάληψή της θεωρείται θέμα χρόνου.
Με μπλε χρώμα στον χάρτη είναι τα Υψίπεδα Γκολάν μεταξύ Ισραήλ και Συρίας.
Η πιο πάνω κατάσταση διαχωρίζει de facto την Συρία στις εξής ζώνες επιρροής: ΗΠΑ και Κούρδοι στην ανατολική Συρία, Τουρκία στη βόρεια/βορειοδυτική Συρία, Άσαντ στην κεντρική και νότια Συρία καθώς και στη δυτική μαζί με την Ρωσία η οποία διατηρεί αεροπορική βάση στη Λατάκεια και ναυτική βάση στην Ταρτούς.
Στην επαρχία Ίντλιμπ υπάρχουν σημαντικές δυνάμεις του λεγόμενου Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA) ο οποίος υποστηρίζεται από την Τουρκία και έχει στις τάξεις του περί τις 30 χιλιάδες μαχητές, καθώς και η τρομοκρατική οργάνωση HTS (Hay’at Tahrir al-Sham) που σχετίζεται με την αλ Κάιντα.
Η HTS μαζί με άλλες μικρότερες τζιχαντιστικές ομάδες μετρούν γύρω στις 40 χιλιάδες μαχητές χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι υπάρχει μεταξύ τους ομοιογένεια στόχων κτλ.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι οι σιιτικές δυνάμεις του Ιράν και της Χεζμπολάχ έχουν διυσδίσει στη Συρία σε βαθμό που είναι άνευ προηγουμένου τόσο σε στρατιωτικό, π.χ. στη νότια και δυτική Συρία, όσο και σε πολιτικό επίπεδο εφόσον το Ιράν ασκεί σημαντική επιρροή στον ίδιο τον Άσαντ.
Το γεγονός αυτό παίζει σημαντικό ρόλο στο πως το Ισραήλ προσλαμβάνει πλέον τον συριακό πόλεμο, αλλά και στην αλλαγή στάσης των ΗΠΑ που απ’ ό,τι φαίνεται έχουν αποφασίσει ότι θα παραμείνουν στη χώρα μέχρι την απομάκρυνση του Ιράν.
Τι ακριβώς συμβαίνει στο Ίντλιμπ και ποιος ο ρόλος των δύο δρώντων, Ισραήλ- Ρωσίας;
Στο Ίντλιμπ συμπυκνώνονται βασικά όλες οι δυναμικές του συριακού πολέμου.
Ο Άσαντ θέλει να ανακαταλάβει την επαρχία και να εκδιώξει τις αντικαθεστωτικές ομάδες.
Το Ιράν στηρίζει αυτή τη θέση ελπίζοντας ότι θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο την δική του θέση.
Η Τουρκία τοποθετείται εναντίον μιας επίθεσης του Άσαντ στο Ίντλιμπ φοβούμενη τα μεγάλα κύμματα προσφύγων που θα δημιουργηθούν, τον περιορισμό της επιρροής της μέσω του FSA και του δικού της στρατού στην εν λόγω επαρχία, την κεφαλαιοποίηση μιας τέτοιας επίθεσης από τις κουρδικές δυνάμεις για εξαπόλυση επίθεσης κατά των τουρκικών ή φιλο-τουρκικών δυνάμεων εντός της Συρίας (ή και της Τουρκίας), και την αύξηση της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας λόγω της μαζικής φυγής τζιχαντιστών από το Ίντλιμπ.
Γι’ αυτό το λόγο η Τουρκία κάνει μια συγκεκριμένη διάκριση μεταξύ των δικών της αντικαθεστωτικών (FSA) και των τρομοκρατικών αντικαθεστωτικών ομάδων (HTS κ.α.) προσπαθώντας να πείσει πρώτιστα τη Ρωσία και κατ’ επέκταση τη Συρία και το Ιράν ότι οι πρώτοι δεν πρέπει να ενοχληθούν ενώ οι δεύτεροι να καταπολεμηθούν – κάτι που τουλάχιστον η Συρία δεν αποδέχεται.
Στόχος της Άγκυρας βεβαίως είναι να διατηρήσει τον έλεγχό της τουλάχιστον κατά μήκος του συνόρου μεταξύ Ίντλιμπ και Χατάυ (Αλεξανδρέττας) σφραγίζοντάς το από διάφορους κινδύνους ασφαλείας.
Η Ρωσία, ενώ στηρίζει το καθεστώς Άσαντ, ιδιαίτερα με αεροπορική υποστήριξη στις επιχειρήσεις του στο Ίντλιμπ, δεν θα ήθελε να παρασυρθεί σε μια σύγκρουση πλήρους κλίμακας αφενός διότι θα έχει μεγάλο κόστος για την ίδια και αφετέρου διότι θα δοκιμάστει σε σημαντικό βαθμό η σχέση της με την Τουρκία. Επειδή όμως η Μόσχα αντιλαμβάνεται ότι η υιοθέτηση μιας τέτοιας απομακρυσμένης στάσης θα την αποξένωνε από το τρίγωνο Ρωσία-Συρία-Ιράν, επιλέγει να σταθεί στο πλάι του Άσαντ προσπαθώντας μεταξύ άλλων να ελέγχει τις κινήσεις του Ιράν το οποίο δεν έχει ακριβώς την ίδια πολιτική γραμμή με τη Μόσχα στο θέμα του Συριακού – με λίγα λόγια η Τεχεράνη διατηρεί μια πιο σκληροπυρηνική και αντι-δυτική στάση.
Η εμπλοκή του Ιράν δημιουργεί ιδιαίτερες ανησυχίες στο Ισραήλ εξού και οι συχνές αεροπορικές επιθέσεις που διενεργεί το τελευταίο διάστημα κατά ιρανικών στόχων και στόχων της Χεζμπολάχ εντός της Συρίας. Μάλιστα, η καλή σχέση που ανέπτυξε το Ισραήλ τον τελευταίο καιρό με τη Ρωσία είχε ως στόχο, μεταξύ άλλων, την υποστήριξη της Μόσχας στον περιορισμό της ιρανικής επιρροής και παρουσίας στη Συρία. Είναι μέσα στο ίδιο πλαίσιο ισραηλινών ανησυχιών που μπορεί να ιδωθεί και η πρόσφατη επίθεση στη δυτική Συρία από τα ισραηλινά F-16. Μια συμπληρωματική εξήγηση (εφόσον υπάρχουν αναφορές και για εκτόξευση γαλλικών πυραύλων από τη Μεσόγειο) θα μπορούσε να ήταν πως τα δύο κράτη χτύπησαν και κατόπιν παρότρυνσης από τις ΗΠΑ στέλνοντας μηνύματα για τις προθέσεις της Συρίας, του Ιράν (και της Ρωσίας) στο Ίντλιμπ. Ας μην ξεχνάμε ότι η δυτική παρεμβολή στην κρίση του Ίντλιμπ εγκυμονεί και την ρήξη των σχέσεων Ρωσίας-Τουρκίας, κάτι που θα ευχαριστούσε ιδιαίτερα την Ουάσιγκτον.
Αν και η Ρωσία δεν μπορεί στην πραγματικότητα να επιρρίψει ουσιαστικές ευθύνες στο Ισραήλ για την κατά λάθος κατάρριψη από συριακά πυρά του ρωσικού αεροσκάφους ΙL-20, το περίπλοκο μοτίβο των σχέσεών της με τη Συρία και το Ιράν, η εσωτερική διάσταση της ρωσικής κοινής γνώμης, καθώς και το γεγονός ότι οι επιθέσεις χτύπησαν στόχους κοντά στις ρωσικές βάσεις δεν επιτρέπουν στη Μόσχα να έχει μια απαράδεκτα ήπια αντίδραση. Συνεπώς σε αυτή τη φάση θα πρέπει να κρατήσει κάποιες ισορροπίες.
Τι διαστάσεις μπορεί να πάρει τόσο σε διπλωματικό όσο και σε επίπεδο συμμαχιών η πτώση του ρωσικού αεροσκάφους;
Παρόλο που η Ρωσία προειδοποίησε ότι θα αναλάβει όλα τα «απαραίτητα μέτρα» δεν είναι πολύ πιθανόν να δούμε κάποια δραματική επιδείνωση των ρωσο-ισραηλινών σχέσεων. Ήδη Ρωσία και Ισραήλ βρίσκονται σε στενή επικοινωνία για τη διευρκίνηση των λεπτομερειών του περιστατικού και την αποκλιμάκωση της κρίσης. Στη χειρότερη περίπτωση μπορεί να υπάρξει κάποια διπλωματική ρήξη, κάποια ρωσική προειδοποίηση για το μέλλον σε συνάρτηση με την ενίσχυση της ρωσικής αεράμυνας στη Συρία, και ίσως κάποιες κυρώσεις.
Πως θα βρει τη Συρία η επόμενη μέρα ανάμεσα σε Ρωσία – ΗΠΑ και στους συμμάχους τους;
Το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών όπως ανέφερα προηγουμένως είναι αυτό που θα κρίνει τις ισορροπίες και τις σχέσεις την «επόμενη μέρα» του πολέμου. Ανάλογα με το ποιοι παίκτες θα «επιβιώσουν» τα τελευταία κύμματα σύγκρουσης, θα διαμορφωθούν οι ανάλογες γεωπολιτικές και διπλωματικές δυναμικές. Αν για παράδειγμα μονιμοποιηθεί με κάποιο τρόπο η ύπαρξη κουρδικού κρατιδίου στην ανατολική Συρία σημαίνει ότι εντός της χώρας θα υπάρχει κάποια ισορροπία ισχύος και κάποια επιρροή των ΗΠΑ, εκτός από την επιρροή του Ιράν και της Ρωσίας. Το ίδιο ισχύει και για τη ζώνη που ελέγχεται από την Τουρκία.
Αναμένται ότι οι τρέχουσες συγκρούσεις θα οδηγούσουν σε μια διαπραγματευτική διαδικασία σε τοπικό και διεθνές διπλωματικό επίπεδο η οποία θα καταλήξει στην μορφή που θα έχει το σύνταγμα της Συρίας και στο κατά πόσο η χώρας θα παραμείνει ενιαίο κράτος, ομοσπονδιακό, συν-ομοσπονδιακό κτλ. Χωρίς αυτό να αποκλείει εκ νέου συγκρούσεις δεδομένου του μεγάλου αριθμού δρώντων και συμφερόντων που εμπλέοκονται στη Συρία. Πάντως φαίνεται ότι οι ΗΠΑ και η Ρωσία είναι πιο έτοιμες για μια συμφωνία επί του Συριακού σε σχέση με παίκτες όπως η Τουρκία, το Ιράν και οι Κούρδοι.
Η θέση της Κύπρου πρέπει πρώτα απ’ όλα να είναι ειρηνευτική με διπλωματικές κινήσεις που σε περιόδους κρίσεων να έχουν επικοδομητικό και όχι πολωτικό ρόλο. Πρέπει επίσης να βρίσκεται σε ετοιμότητα καθότι το ξέσπασμα της όποιας πολεμικής σύρραξης στο Ίντλιμπ θα οδηγήσει σε νέα προσφυγικά κύμματα τα οποία κάποια στιγμή θα φτάσουν και στην Κύπρο λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας.
Πέρα από αυτό η Κύπρος πρέπει να είναι έτοιμη για διάφορα σενάρια κρίσεων στην περιοχή με αφορμή το Συριακό, όπως για παράδειγμα η επιδείνωση των σχέσεων Ισραήλ-Λιβάνου – που θα είχε ενδεχομένως μελλοντικά αντίκτυπο και σε επίπεδο ενεργειακών συνεργασιών – και Ισραήλ-Ρωσίας. Τέλος, καλό είναι να συνυπολογιστεί ποιος θα είναι σε βάθος χρόνου ο ρόλος της Συρίας (και των διεθνών δρώντων-εταιριών που θα ενδιαφερθούν) στην ενεργειακή αρχιτεκτονική της περιοχής.