
Source: Reuters
Οι προεδρικές εκλογές στην Τουρκία, της 10η Αυγούστου, έχουν μεγάλη σημασία για το μέλλον της χώρας καθώς και για τις πολιτικές της στο εσωτερικό και εξωτερικό. Αυτή θα είναι η πρώτη φορά που ο τουρκικός λαός θα εκλέξει απευθείας πρόεδρο της δημοκρατίας, κάτι το οποίο, σε συνάρτηση με τη διαδικασία μεταρρύθμισης του συντάγματος, σηματοδοτεί τη σταδιακή μετάβαση της Τουρκίας από το προεδρευόμενο στο προεδρικό σύστημα.
Οι κύριοι υποψήφιοι πρόεδροι είναι τρείς. Ο νυν πρωθυπουργός, Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν, του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξής (ΑΚΡ), ο Εκμελεντίν Ιχσάνογλου που υποστηρίζεται από τα δύο κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης (το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα και το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης) καθώς και από τρία μικρότερα κόμματα (της Δημοκρατικής Αριστεράς, το Ανεξάρτητο Τουρκικό, και το Δημοκρατικό). Ο τρίτος και με τις λιγότερες πιθανότητες υποψήφιος είναι ο Σελαχατίν Ντεμίρτας, ο συμπρόεδρος του κυριότερου φιλοκουρδικού κόμματος της Τουρκίας, του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος (HDP).
Παρόλο που ο Ιχσάνογλου τηρεί τις προϋποθέσεις για να απειλήσει εκλογικά τον Έρντογάν, κρίνεται ότι ο τελευταίος θα εκλεγεί στο προεδρικό αξίωμα από τον πρώτο κιόλας γύρο των εκλογών. Εκτός από τις πολυάριθμες επιτυχημένες οικονομικές και άλλες εσωτερικές πολιτικές του ΑΚΡ, αυτό οφείλεται και στην τάση του να κεφαλαιοποιεί τα υψηλά επίπεδα συντηρητισμού στην κοινωνία, όντας προερχόμενο και από μια παράδοση και ένα ιδεολογικό υπόβαθρο ισλαμικού συντηρητισμού. Με αυτό τον τρόπο ο Έρντογαν και το ΑΚΡ έχουν οδηγήσει την κοινωνία σε περαιτέρω συντηρητικοποίηση ενώ ταυτόχρονα οι πλειοψηφικές πολιτικές τους την έχουν πολώσει αποξενώνοντας τις πιο κοσμικές και δημοκρατικές δυνάμεις.
Το αποτέλεσμα είναι η εδραίωση και η ενδυνάμωση της εξουσίας του ΑΚΡ και πιο συγκεκριμένα του Έρντογαν. Η, εκτός απροόπτου, αναμενόμενη εκλογή του ως πρόεδρος πρόκειται να δώσει συνέχεια και ένταση σε αυτή την πορεία που ακολουθείτο μέχρι τώρα. Ο Έρντογαν θα διεκδικήσει την αύξηση των εξουσιών του προέδρου μέσω συνταγματικών αλλαγών εντείνοντας έτσι τον αυταρχισμό του και διαιρώντας βαθύτερα την κοινωνία. Οι εστίες κοινωνικής αντίστασης που εμφανίστηκαν κυρίως με τα γεγονότα και τις μαζικές διαδηλώσεις του πάρκου Γκέζι προβλέπεται ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν και πιθανότατα να αυξηθούν ως αντίδραση στην απόλυτη πλέον εξουσία του ΑΚΡ.
Στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής «περισσότερος» Έρντογαν σημαίνει περισσότερη αστάθεια, συναισθηματισμός και ανορθολογισμός. Σημαίνει χειρότερες σχέσεις με ΗΠΑ, με ΕΕ, με Αίγυπτο, Συρία, και άλλες χώρες της περιφέρειας. Επίσης, περισσότερο αντι-σημιτισμό και χειρότερες σχέσεις με Ισραήλ, ιδιαίτερα μετά από τα τελευταία γεγονότα μεταξύ Ισραήλ-Χαμάς, και συνέχεια στις σεκταριστικές πολιτικές στην περιφέρεια στη βάση του σουνιτικού (Ισλαμικού) άξονα. Σημαίνει επίσης τη συνέχιση της προσπάθειας αφομοίωσης και προσάρτησης όλων των κοινωνικών, πολιτικών και θεσμικών δομών των κατεχομένων στο τουρκικό κέντρο. Η στάση στο Κυπριακό δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο παρόλο που αυτό δεν αποκλείει την λύση του Κυπριακού δεδομένου ότι αυτή εξαρτάται και από τις παραχωρήσεις, τις πολιτικές και τη γενικότερη στάση της Κυπριακής Δημοκρατίας και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας. Η τουρκική πολιτική θα παραμείνει επικεντρωμένη σε λύση κεκαλυμμένου ή μη συνομοσπονδιακού μοντέλου.
Τελικά, η Τουρκία βρίσκεται σε ένα μεταβατικό στάδιο το οποίο, με βάση τα δεδομένα που έχουμε μπροστά μας, προμηνύει περισσότερη αστάθεια και αβεβαιότητα για τη χώρα. Αυτό θα έχει αντίκτυπο για την οικονομία της, τις κοινωνικές της δομές και την κοινωνική συνοχή, καθώς και για την αποτελεσματικότητα της εξωτερικής της πολιτικής αλλά και την διεθνή της εικόνα. Τέλος, θα έχει αρνητικές προεκτάσεις και για την ασφάλεια της περιοχής αφού – αν τα πράγματα παραμείνουν ως έχουν – η Τουρκία μετατρέπεται πλέον σε πόλο αστάθειας και εντάσεων.